Χρόνος ανάγνωσης: 1'
Η προστασία της μητρότητας κατά την έναρξη και την λήξη της σχέσης εργασίας
Η προστασία της μητρότητας ως θεμελιώδης αρχή του Συντάγματος
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, «η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Kράτους […]».
Η θεμελιώδης αυτή υποχρέωση του κράτους παίρνει πρακτικά μορφή μέσω προστατευτικών για τη μητρότητα διατάξεων που αφορούν την προστασία της εργαζόμενης μητέρας στο στάδιο της πρόσληψης, κατά τη διάρκεια της εργασιακής σχέσης, αλλά και την προστασία της κατά της απόλυσης. Οι ρυθμίσεις που σκοπό έχουν την προστασία της μητρότητας περιέχονται σε νόμους (με την ενσωμάτωση, μεταξύ άλλων, διεθνών και κοινοτικών κανόνων) αλλά και σε εθνικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Προκειμένου να καταστεί εφικτός ο συνδυασμός της μητρότητας και της εργασίας, προβλέπονται ειδικές άδειες, παροχές κοινωνικής ασφάλισης, αυστηροί περιορισμοί στην απόλυσή της και, γενικότερα, η λήψη μέτρων για τη διευκόλυνση της εργαζόμενης μητέρας.
Η προστασία της μητρότητας κατά την έναρξη και την λήξη της σχέσης εργασίας
Ο εργοδότης δεν μπορεί να αρνηθεί την πρόσληψη εγκύου λόγω της εγκυμοσύνης της.
Ο εργοδότης δεν μπορεί, σύμφωνα με τη νομοθεσία, να αρνηθεί την πρόσληψη γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης σε εργασίες όπου για την πρόσληψη είναι αναγκαία η προσκόμιση ιατρικής βεβαίωσης, εφόσον οι ιατρικές εξετάσεις που απαιτούνται είναι επικίνδυνες για την υγεία της ίδιας ή του εμβρύου. Στην περίπτωση αυτή, η προσκόμιση της ιατρικής βεβαίωσης γίνεται μετά τη λήξη της λοχείας.
Απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σύμβασης εργασίας εργαζόμενης από τον εργοδότη της τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της όσο και για το χρονικό διάστημα δέκα οκτώ (18) μηνών μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή στον τοκετό, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία. Η προστασία από την καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας ισχύει τόσο έναντι του εργοδότη στον οποίο η εργαζόμενη προσλαμβάνεται χωρίς να έχει προηγουμένως απασχοληθεί αλλού πριν συμπληρώσει δεκαοκτώ (18) μήνες από τον τοκετό όσο και έναντι του νέου εργοδότη στον οποίο προσλαμβάνεται και μέχρι τη συμπλήρωση των ανωτέρω χρόνων.
Απαγορεύεται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας (απόλυση) λόγω εγκυμοσύνης της εργαζομένης, ενώ ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης στην εργασία της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη.
Επιπλέον, είναι αδιάφορο εάν ο εργοδότης γνώριζε ή όχι περί εγκυμοσύνης, ενώ το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η εγκυμοσύνη δεν οδηγεί σε άρση της προστασίας.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία, ο εργοδότης υποχρεώνεται να αιτιολογήσει δεόντως και εγγράφως τη σύμφωνη με τους κανόνες του νόμου καταγγελία της σύμβασης εργασίας εργαζομένης που βρίσκεται σε κατάσταση εγκυμοσύνης, λοχείας ή γαλουχίας, καθώς επίσης να κοινοποιήσει την καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασία.
Σε περίπτωση απόλυσης εγκύου που γίνεται παράνομα και καταχρηστικά ο εργοδότης καθίσταται υπερήμερος, μπορεί δε να κριθεί(από το δικαστήριο) υπόχρεος καταβολής αποζημίωσης λόγω ηθικής βλάβης της εγκύου.
Οι επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζόμενες είτε με πλήρη είτε με μερική απασχόληση αναλαμβάνουν την υποχρέωση κατά την κατάρτιση των προγραμμάτων εργασίας να αποφεύγουν την απασχόληση των εγκύων σε νυκτερινή βάρδια.
Σε οποιαδήποτε στιγμή της εγκυμοσύνης, και εφόσον η έγκυος το ζητήσει για λόγους υγείας, θα πρέπει να μετακινείται σε θέση ημερήσιας απασχόλησης.
Σημειώνεται ότι η νομοθεσία εξομοιώνει ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις την άγαμη μητέρα με την έγγαμη, ενώ η προστασία επεκτείνεται (εν μέρει) στις εργαζόμενες που έχουν υιοθετήσει παιδί και σε όσες αποκτούν παιδί με παρένθετη μητρότητα.